Προσφορά!

Γιώργος Καραμπελιάς, Ένοπλη πάλη και Εναλλακτικό κίνημα

4,00

Περιγραφή

karampelias_mwro

Συγγραφέας:  Γιώργος Καραμπελιάς

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή………………………………………………………………………… 7

Η συζήτηση πάνω στην ένοπλη πάλη……………………………….. 15

Η πολιτιστική επανάσταση της δεκαετίας του ’60 και τα μολυβένια χρόνια του ’80             21

Διάσπαση και μετασχηματισμός……………………………………….. 29

Το ζήτημα του υποκειμένου……………………………………………. 37

Η πολιτική ωριμότητα της αντιπαράθεσης………………………… 47

Από την πρόταση του θανάτου σε πρόταση ζωής………………. 67

Εναλλακτικό κίνημα και ταξική αυτονομία……………………….. 75

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αυτό το κείμενο ανταποκρίνεται σε μια θέληση ρήξης και ταυτόχρονα αποτελεί μια τελευταία (;) απόπειρα να πείσουμε. Αποτελεί ένα κείμενο ρήξης με τον αριστερισμό, την άκρα αριστερά, τον παλιό μαρξισμό-λενινισμό και αναρχισμό και μάλιστα τραβηγμένους στην τελική τους συνέπεια, το “ένοπλο αντάρτικο” και ταυτόχρονα μια απόπειρα να εξηγήσουμε, να πείσουμε για την ανά­γκη να ολοκληρωθεί το πέρασμα προς ένα αυτόνομο, εν­αλλακτικό κίνημα.

Η επιλογή των όρων της αντιπαράθεσης δεν είναι τυ­χαία. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στο ένοπλο κίνημα και το εναλλακτικό κίνημα αποτελεί την τελική μορφή της τομής που διασχίζει το κίνημα της “νέας αριστεράς”, το κίνημα του “’68”, ήδη απ’ την στιγμή της εμφάνισης του της διαφοροποίησης ανάμεσα στη “φόρμα”, το ένδυμα, ι­δεολογικό, θεωρητικό και πολιτικό του νέου κινήματος, που δανειζόταν τους τίτλους ευγενείας του από το επα­ναστατικό παρελθόν, από θεωρίες του 19ου αιώνα και αντίστοιχες πρακτικές και το περιεχόμενο του “’68”, έ­να περιεχόμενο νέο, εναλλακτικό, ζωντανό, που αναζη­τούσε αντίστροφα τις πηγές της έμπνευσης του στο ίδιο το μέλλον, στον ίδιο τον 21ο αιώνα που έρχεται. Από κει και η “σχιζοφρένεια” του νέου κινήματος, ενός κινήμα­τος που μπορούσε ταυτόχρονα να αναφέρεται στον Ιω­σήφ Στάλιν και το… Ρούντι Ντούτσκε, την Καμπότζη του Πολ Ποτ και το γυναικείο κίνημα, το Νετσάγεφ και την… οικολογία, κ.λπ. κ.λπ.. Αυτή η “σχιζοφρένεια” ενδογενής στο νέο επαναστατικό κίνημα της δεκαετίας του 60 και του ’70 οδηγήθηκε, οδηγείται, στο τέλος της. Εξαντλεί­ται η μορφή, το επαναστατικό “κράμα” του “’68”, και τα δύο συνθετικά αποχωρίζονται και διαφοροποιούνται όλο και περισσότερο. Η σύνθεση αυτών των δύο στοιχείων υπήρξε για μια ορισμένη εποχή αναγκαία, ίσως και δημιουργική. Γιατί η αναφορά στο επαναστατικό παρελ­θόν, στις μορφές σκέψης, οργάνωσης και δράσης του παρελθόντος, πρόσφερε ένα σημείο αναφοράς, μια terrafirma για κάποιες νέες σκέψεις, ιδέες και ταξικές πραγ­ματικότητες που ήταν ακόμα πολύ ρευστές, πολύ ανάε­ρες, βυθισμένες στην αχλή του μέλλοντος, για να μπορέ­σουν να αποτελέσουν από την αρχή ένα σημείο αναφο­ράς και πράξης. Το νέο κίνημα έπρεπε να περάσει μέσα από την κοίτη του παρελθόντος πρωτού ανοίξει νέους δρόμους, νέα κοίτη, πρωτού διαμορφώσει τις δικές του όχθες και εκβολές.

Βέβαια αναπόφευκτα έρχεται ο διαχωρισμός. Το κρά­μα παύει να λειτουργεί και κάθε αρχικό στοιχείο αναζη­τάει την “ολοκλήρωση” του, την αυτονομία του, για να εκφραστούμε με μια λέξη της μόδας. Το νέο κίνημα έ­χει πια μια ζωή τουλάχιστον είκοσι χρόνων και έχει δια­μορφώσει/διαμορφώνει τους δικούς του κώδικες και αρ­χές. Δεν έχει ανάγκη, ή για να είμαστε ακριβέστεροι έχει όλο και λιγότερο ανάγκη, από μορφές και σχήματα του παρελθόντος. Το παλιό θεωρητικό, ιδεολογικό, πολιτικό και πολιτιστικό οικοδόμημα είναι πια διάτρητο, τόσο εμ­φανώς ώστε η συμβίωση γίνεται αδύνατη.

Από την άλλη, η ίδια διαδικασία πραγματοποιείται και από την αντίστροφη πλευρά. Σιγά-σιγά εξαφανίζονται οι μαζικές οργανώσεις του “’68”, εκείνες οι οργανώσεις, μαοϊκές, σταλινικές, τροτσκιστικές ή αναρχίζουσες και αντιεξουσιαστικές, που παράλληλα με τα ξεπερασμένα δόγματα και σχήματα τους έκφραζαν, αντιφατικά, αλλά βέβαια τη φρεσκάδα του μέλλοντος. Χάθηκαν η Προλεταριακή Αριστερά, και η Επαναστατική Κομμουνιστική Λίγκα στη Γαλλία, ο SDS και οι Μαύροι Πάνθηρες στην Αμερική, η Lotta Continua, το PotereOperaio, η AvanguardiaOperaia, το Μανιφέστο στην Ιταλία, ο SDS στη Γερμανία, το FRΑΡ και η CΝΤ στην Ισπανία, οι Επαναστατικές Ταξι­αρχίες και το Μ. R.Ρ.Ρ. στην Πορτογαλία, έστω το ΕΚΚΕ και το ΚΚΕ (μ-λ) στην Ελλάδα, και τόσες άλ­λες λιγότερο γνωστές αλλά συχνά σημαντικότερες ιδεο­λογικά και πολιτικά οργανώσεις. Σήμερα δεν έχουν απο­μείνει παρά δύο μορφές υπολείμματα εκείνου του “ένδο­ξου” παρελθόντος. Είτε από τη μια πλευρά μικρέςσέκτες, κύρια τροτσκιστικές και δευτερευόντως μαρξιστικές-λενινιστικές, που επιβιώνουν χάρη στο όλο και με­γαλύτερο κλείσιμο τους απέναντι στην κοινωνία και την πραγματικότητα, φαινόμενο χιλιασμού χωρίς διέξοδο, ή η δεύτερη και σημαντικότερη εκδοχή, οι ένοπλες ή τρο­μοκρατικές οργανώσεις. Τώρα πια η βία (η αντι-βία) του κινήματος του ’68 αυτονομείται από το πολιτικό περιε­χόμενο ενός κινήματος και μεταβάλλεται σε ανεξάρτητη μεταβλητή. Μια και η βίαιη επανάσταση δεν “ολοκλήρω­σε” το κίνημα του “’68”, αναλαμβάνει ένα μικρό κομμάτι του να τραβήξει μόνο του, έξω από μαζικά κινήματα και συσχετισμούς, το δρόμο της ένοπλης αντιπαράθεσης, και βέβαια οδηγείται στην τρομοκρατία (η έννοια της τρομο­κρατίας δεν έχει για μας αξιολογικά χαρακτηριστικά, αλ­λά θέλει να επισημάνει τη φύση του ένοπλου στην Ευρώ­πη, εκτός από την Ιρλανδία και τη χώρα των Βάσκων, ό­που δεν πρόκειται για αντάρτικο με δυνατότητες και στό­χους κατάληψης της πολιτικής εξουσίας αλλά στρέφεται κύρια στη χρησιμοποίηση των ένοπλων ενεργειών για λόγους “αφύπνισης” των μαζών, πρόκειται δηλαδή για     κλασσική τρομοκρατία μια και στρέφεται στην τρομο­κράτηση των ταξικών εχθρών και των κατασταλτικών μηχανισμών).

Το γεγονός πως ένα κομμάτι του παλιού κινήματος ο­δηγείται στην “ένοπλη αντιπαράθεση” δεν είναι μονοσή­μαντο. Εκφράζει όλο το αδιέξοδο μιας θεωρίας και ιδεο­λογίας. Για μας οι ένοπλοι της μιας ή της άλλης μορφής είναι οι τελευταίοι μαρξιστές-λενινιστές, οι τελευταίοι ε­παναστάτες παλιού τύπου! Γιατί τραβάνε το αδιέξοδο μιας αντίληψης της επανάστασης, δηλαδή μιας πολιτικής επανάστασης που προηγείται κάθε άλλου μετασχηματι­σμού, μέχρι το τέλος της. Εφόσον λοιπόν δεν έρχεται η επανάσταση που για πάνω από εκατό χρόνια ευαγγελίζε­ται το εργατικό σοσιαλιστικό κίνημα, η μόνη υπαρκτή δι­έξοδος είναι να πάρουμε εμείς, όσο λίγοι κι αν είμαστε, τα όπλα, ή τουλάχιστον να πουλήσουμε ακριβά το τομά­ρι μας σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί το εμπόρευμα, η ενσωμάτωση, το “ξεπούλημα” κλπ.. Τι έλεγε η RΑF στη Γερμανία, την πρώτη ηρωική εποχή; Στη Γερμανία δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες, αλλά επειδή το καθήκον των επαναστατών είναι να κάνουν την επανά­σταση, αλλιώς παύουν να είναι επαναστάτες και σήμερα η επανάσταση βρίσκεται επικεντρωμένη στον Τρίτο Κό­σμο, εμείς σαν ένα ένοπλο απόσπασμα της επανάστασης στην καρδιά του ιμπεριαλισμού σηκώνουμε τα όπλα. Έτσι μίλαγε η Μάινχοφ και ο Μπάαντερ. Γι’ αυτό τους αγα­πούσαμε αυτούς τους συντρόφους. Γιατί πραγματικά ή­θελαν να κάνουν την επανάσταση. Γιατί δεν ήταν “αριστε­ριστές” και “επαναστάτες” της δεκάρας, σαν ορισμένους στην Ελλάδα, που μετά από τρία-τέσσερα χρόνια σε κά­ποια αριστερίστικη οργάνωση γυρνάνε σαν πονεμένες ψυχές στα διάφορα μπαρ και διηγούνται “τι τράβηξαν στις οργανώσεις”. Γι’ αυτό βγήκαμε από παρόμοιες ή κο­ντινές οργανώσεις. Από την Προλεταριακή Αριστερά στην Ιταλία και τη Γαλλία, το μαοϊσμό στη Γερμανία. Γι αυτό και χρόνια ολόκληρα τους υπερασπίζαμε και προσπαθούσαμε να πείσουμε. Όμως αυτή η ιστορία κρατάει τώρα δέκα χρόνια και τα ρεύματα χωρίζουν, δυστυ­χώς αμετάκλητα. Μια πεσιμιστική, θανατηφόρα εκδοχή της επανάστασης, τελική συνέπεια του παραδοσιακού μαρξισμού-λενινισμού οδηγεί στο θάνατο, την απογοή­τευση, το νιχιλισμό.

Φωνάζουν διάφοροι βολεμένοι μαρξιστές και αστοί πως η “απογοήτευση οδηγεί τους νέους είτε στην τρομο­κρατία, είτε στα ναρκωτικά κλπ. κλπ.”. Λες και δεν είναι ο ψευδομαρξισμός τους που συντείνει σ’ αυτήν την απο­γοήτευση. Ο μαρξισμός τους που λέει πως εδώ και εκατό-εκατονπενήντα χρόνια δεν έχει γίνει καμιά επανά­σταση που να κέρδισε, πως το μόνο που κέρδισαν οι ερ­γαζόμενοι είναι να ενσωματωθούν στο σύστημα, πως τε­λικά δεν υπάρχει καμιά διέξοδος παρά σε μια μελλοντική(!) επανάσταση. Κι όλα αυτά μπορεί να τα λένε οι βο­λεμένοι αστοί μαρξιστές από τα πανεπιστήμια τους, τις πολυθρόνες και τα μπαρ τους, καταριούμενοι την “άτι­μη” την ενσωμάτωση, όμως όσοι πραγματικά θέλουν την επανάσταση, όσοι ζουν την καθημερινότητα της καταπίε­σης και της εκμετάλλευσης δεν έχουν άλλη διέξοδο από την τρομοκρατία, ενάντια σ’ όλους τους εξουσιαστές, και τα ναρκωτικά οι πιο παθητικοί. Τελικά όταν το κυρίαρχο στοιχείο του μαρξισμού είναι σήμερα η “επαναστατική α­παισιοδοξία”, εκτός βέβαια από τους αισιόδοξους μοσχοβίτες, που όμως όλο και περιορίζονται, τότε η κοινωνία μας θα γεμίσει από ρεφορμιστές ενώ, από την άλλη, ελά­χιστοι θα παίρνουν το δρόμο της ένοπλης πρόκλησης.

Εκεί κατάντησε μια θεωρία μαρξιστική ή αναρχική που βλέπει την επανάσταση πριν απ’ όλα σαν πολιτική ανα­τροπή “μετά” από την οποία αρχίζουν όλα, να μεταβλη­θεί σε θεωρία και πρακτική της απαισιοδοξίας και της α­πελπισίας!

Έτσι ο παλιός αριστερισμός κατέληξε στους πιο γνή­σιους εκπροσώπους του, τους ένοπλους, σε μια θεωρία του θανάτου, και το ένοπλο, η ένοπλη πάλη από όπλα της επαναστατικής ανατροπής στα χέρια των μαζώνσεπρακτική της απελπισίας.

Όμως ως έχουμε ξαναπεί κι αλλού μιλώντας πρό­σφατα για το Χρήστο Τσουτσουβή, η κατανόηση των αι­τιών μιας εξέγερσης δε μπορεί να δικαιολογήσει μια πρα­κτική που στέλνει πίσω ένα κίνημα. Και εκεί οι δρόμοι χωρίζουν. Και χωρίζουν για δέκα ολόκληρα χρόνια. Από το 1974 γίνεται στο ευρωπαϊκό κίνημα η συζήτηση γύρω από την επιλογή ή όχι της τρομοκρατίας σαν μέσο πά­λης. Κι αυτή η συζήτηση οδηγήθηκε στην εξάντληση της στα πλαίσια ενός ενιαίου κινήματος. Οι ίδιες οι ένοπλες οργανώσεις ξεκόπηκαν πια από οποιαδήποτε σύνδεση με τις κοινωνικές διαδικασίες και μεταβλήθηκαν σιγά-σιγά σε επαγγελματίες του ένοπλου ενώ από την άλλη το νέο κίνημα υποχρεώθηκε να κάνει ένα άλμα στο μέλλον, να ξεκόψει από τις ιδεολογίες και πρακτικές του 19ου αιώ­να. Το κίνημα της αυτονομίας έκανε το άλμα προς την κατεύθυνση του εναλλακτικού κινήματος.

Το αδιέξοδο του παλιού αναρχισμού και μαρξισμού, που βλέπει παντού ενσωμάτωση και ήττα μας έσπρωξε στην ίδια την διερεύνηση των θεωρητικών προϋποθέσε­ων αυτού του “επαναστατικού πεσσιμισμού”. Και ανακα­λύπταμε εμβρόντητοι, όλα αυτά τα χρόνια, πως αυτό που οι “επαναστάτες” ονομάζουν ενσωμάτωση αποτελεί για τις μάζες, για την εργατική τάξη ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ. Κατά­κτηση εξασφάλισης εισοδήματος, κατάκτηση μειωμένου ωραρίου, κατάκτηση πολιτικών και συν­δικαλιστικών δικαιωμάτων, κατάκτηση ανατροπής της πρωτοκαθεδρίας των παλιών αστών, κατάκτηση σεξουαλικών και ανθρώπινων ελευθεριών. Αυτό που οι “επαναστάτριες” φεμινίστριες ονόμαζαν ενσωμάτωση των γυναικών ήταν ταυτόχρονα ΚΑΤΑΚΤΉΣΕΙΣ των γυ­ναικών, που αρχίζουν από την κατάκτηση της ψή­φου και φτάνουν μέχρι την είσοδο στα Πανεπιστήμια, σε “ανδρικές δουλειές” κ.λπ.. Και θα μπορούσαμε να συνεχί­σουμε inaeterno  περιγράφοντας αυτές τις κατακτήσεις. Έλα όμως που αυτό το σχήμα δεν ταίριαζε στην μαρξι­στική και αναρχική αντίληψη του “μπλιτς”, της επανάστασης-αστραπή. Τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα λοιπόν.

Για χρόνια αλυσσοδεμένοι με τις θεωρίες και τις προ­καταλήψεις μας παλεύαμε να κατανοήσουμε τον κόσμο μας, τον πραγματικό κόσμο μας και όχι το φάντασμα της ιδεολογίας. Να κατανοήσουμε πως η επανάσταση δεν εί­ναι κάποιο μονοσήμαντο γεγονός που εγκαινιάζεται από την πολιτική ανατροπή, αλλά μια ολόκληρη ΕΠΟΧΗ, ένα “κίνημα που ανατρέπει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων” και επομένως η επανάσταση δεν είναι για αύριο, δεν είναι για τον “τρίτο κόσμο”, είναι για σήμερα, για “εδώ και τώρα”, μόνο που βέβαια δεν διαρκεί μια στιγμή, αλλά ό­πως όλες οι μεγάλες επαναστάσεις- αιώνες!

Πιστεύοντας και μεις πως καθήκον των επαναστατών είναι να κάνουν την επανάσταση αρχίσαμε να κατανοούμε τον επαναστατικό δρόμο του σήμερα, και έτσι ενοποιήσα­με ή μάλλον αρχίζουμε να ενοποιούμε την πρακτική του επαναστατικού μετασχηματισμού με τη θεωρία του. Κα­τανοήσαμε γιατί οι μάζες δεν ακολου­θούν τους “επαναστάτες” στην επανά­σταση, ακριβώς γιατί κάνουν την επα­νάσταση με τον τρόπο και τους ρυθ­μούς τους. Οι επαναστάτες μαρξιστές και αναρχικοί έχασαν την επανάσταση τους, γιατί ακριβώς τους την α­φαίρεσε ο κόσμος, ο “χύδην όχλος”. Και μια και οι μάζες δεν ακολουθούν τους επαναστάτες τότε αυτοί είτε κλεί­νονται στους παράφρονες τοίχους της σέκτας, είτε -ακό­μα χειρότερα- “τιμωρούν” το σύστημα και τις μάζες με την “ένοπλη πάλη”. Να πού οδηγεί μια αντίληψη της πρωτοπορίας, στην άρνηση από τους πρωτοπόρους-της ίδιας της λαϊκής συναίνεσης.

Αυτή η συνειδητοποίηση της επαναστατικής διαδικα­σίας της εποχής μας σαν μιας διαδικασίας που δεν είναι μόνο πολιτική ανατροπή -αλλά είναι κ α ι πολιτική ανα­τροπή- ολοκληρώνει τη ρήξη με τις μεσσιανικές ιδεολο­γίες του 19ου αιώνα και επομένως με την έσχατη έκφρα­ση τους, στην πράξη, τις ένοπλες ομάδες. Το κίνημα του ’68,το κίνημα της αυτονομίας μετουσιώνεται σε εναλλακτικό κίνημα, σε κίνημα που θεμελιώνει το όραμα της επαναστατικής μετατροπής στην οικοδόμηση εδώ και σήμερα νέων θε­σμών, νέων πρακτικών ζωής και δου­λειάς, σε κίνημα που κατανοεί τις κα­τακτήσεις όχι στην οπτική της ενσω­μάτωσης, αλλά ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ με το στοιχεί­ο ενσωμάτωση, κατανοεί και το στοι­χείο επαναστατικός μετασχηματισμός.

Η ρήξη λοιπόν με τους παλιούς συντρόφους του ενό­πλου δεν είναι απλά ρήξη στο επίπεδο των μεθόδων και μόνο, όπως εμφανιζόταν σε ένα βαθμό στην αργόσυρτη φάση του σταδιακού αποχωρισμού, αλλά είναι στο βά­θος της διαφορά φιλοσοφίας και κοσμοαντίληψης, εί­ναι διαφορά-βαθύτατη στην αντιμετώπιση των μαζών κ.λπ.

Ο κύκλος κλείνει. Για να ξαναθυμηθούμε την περίφη­μη φόρμουλα του Μάο “το ένα γίνεται δύο”, το παλιό ενιαίο επαναστατικό κίνημα χωρίζει στα δύο. Από τη μια η Άμεση Δράση, η σημερινή Ρ Α Φ, η 17 Νοέμ­βρη, από την άλλη η Αλληλεγγύη στην Πολωνία, οι Πράσινοι-Εναλλάκτικοι στη Γερμανία.

Η διαδικασία αποχωρισμού δεν έχει ολοκληρωθεί. Γι’ αυτό και το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια ύστατη ίσως απόπειρα για εξήγηση και ξεκαθάρισμα, τουλάχι­στον σε όσους νοιώθουν ακόμα την ανάγκη του διαλό­γου. Δεδομένου δε ότι αυτό το κείμενο δεν το βιώνω α­πλά σαν ρήξη με το ένοπλο κίνημα, αλλά σαν ρήξη με το ένοπλο κίνημα-υπέρτατη μορφή του σύγχρονου αριστερισμού και αναρχισμού, απευθύνεται προνομιακά σε αυ­τό το χώρο, χώρο με τον οποίο με δένουν είκοσι χρόνων ιστορία και κοινοί αγώνες. “Έξοδος” φίλοι, “έξοδος” από το γκέτο της σκέψης και της πράξης που έχει μεταβλη­θεί ο “χώρος”, έξοδος στη ζωή και την πραγματικότητα με οποιοδήποτε τίμημα.

5 Φεβρουαρίου 1986

Από την εισαγωγή του συγγραφέα σελ. 7-14.